διακήρυξη 2007


Ι)  ΘΕΣΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ

Οι εξελίξεις  και οι πολιτικές των τελευταίων χρόνων έφεραν στο προσκήνιο τα βασικά θεσμικά και άλλα προβλήματα του ελληνικού Δημόσιου Πανεπιστημίου χωρίς όμως να οδηγήσουν σε αναβάθμιση, αντίθετα συνέβαλαν σε περαιτέρω  υποβάθμιση δημιουργώντας συνάμα  ένα κλίμα υποτίμησης του.  Μέσα από αυτή την απαράδεκτη και καταστροφική ατμόσφαιρα της προηγούμενης τριετίας – ατμόσφαιρα για την οποία μεγάλες ευθύνες φέρουν τόσο η πολιτική της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας όσον και οι δυνάμεις που συγκροτούν την πλειοψηφία της ΠΟΣΔΕΠ (Συσπείρωση και ΔΗΠΑΚ) - είχαμε δύο σημαντικά αποτελέσματα: α) την ψήφιση ενός ελλιπούς, αποσπασματικού και αναχρονιστικού θεσμικού πλαισίου  χωρίς όραμα και συγκεκριμένη ακαδημαϊκή φιλοσοφία,  β) τη δημιουργία πολιτικών συνθηκών, οι οποίες καθιστούν δύσκολη στο παρόν και το άμεσο μέλλον την απόδοση πρώτης προτεραιότητας  στο θέμα των ευρύτερων θεσμικών αλλαγών στα Πανεπιστήμια. Καθήκον μας λοιπόν είναι να προσπαθήσουμε με ιδιαίτερη προσοχή αλλά και επιμονή να επαναφέρουμε το θέμα των μεγάλων Θεσμικών προβλημάτων, με την ανάδειξη συγκεκριμένων αλλά βασικών και εκάστοτε επίκαιρων σημείων.

ΘΕΣΜΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΘΗΚΑΝ Ή ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΤΗΚΑΝ ΚΑΤΑ ΕΛΛΙΠΗ Ή ΕΣΦΑΛΜΕΝΟ ΤΡΟΠΟ. ΤΕΤΟΙΑ ΕΙΝΑΙ
1.  Εκλεκτορικά Σώματα εκλογής ή εξέλιξης Μελών ΔΕΠ,
2.  Εκλογή Οργάνων Διοίκησης
3. 4-ετής προγραμματισμός
4. Οικονομική και Διοικητική Αυτοτέλεια των Πανεπιστημίων,
5. Εσωτερικό Κανονισμός Λειτουργίας.
6. Πανεπιστημιακό Άσυλο.
7. Διοικητική Δομή των Πανεπιστημίων



ΙΙ.  ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ
Η θέση μας για τον νόμο περί Διασφάλισης της Ποιότητας των Πανεπιστημίων είναι γνωστή. Πρόκειται για ένα νόμο με ατέλειες και ασάφειες. Παράλληλα όμως θεωρούμε ότι  η έννοια της αξιολόγησης, ως θεσμού – μηχανισμού εξασφάλισης της βιωσιμότητας και της ανοδικής πορείας της Ανώτατης Εκπαίδευσης, πρέπει να γίνει ευρέως αποδεκτή, τόσο από τα μέλη της Ακαδημαϊκής κοινότητας όσο και από ολόκληρη την κοινωνία. Η αξιολόγηση δεν είναι μια ‘’ουδέτερη’’ διαδικασία, απλώς βασιζόμενη επί δεικτών. Ένα σύστημα αξιολόγησης στοχεύει στην θεραπεία των προβλημάτων και των αδυναμιών, με απώτατο στόχο την αυτογνωσία και την ενδογενή υποστηριζόμενη βελτίωση και όχι την ‘τιμωρία’ ενισχύοντας βεβαίως την διαφάνεια και υποστηρίζοντας την κοινωνική λογοδοσία  - ουσιαστική διαδικασία για ένα Δημόσιο Πανεπιστήμιο.  
Η διαρκής αξιολόγηση, όχι μόνον του παρεχομένου εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου, αλλά συνολικά του οικοδομήματος της Ανώτατης Εκπαίδευσης (Εργαστήριο, Τομέας, Τμήμα, Ίδρυμα, Υπουργείο Παιδείας και άλλοι εμπλεκόμενοι Δημόσιοι Φορείς) πρέπει να αποτελέσει μόνιμη και διαρκή επιδίωξη του Πανεπιστημιακού Συστήματος σήμερα και στο μέλλον.
Θα πρέπει δηλαδή να υπάρξει μια πραγματικά ανεξάρτητη Αρχή, με ουσιαστική αυτονομία ως προς το Υπουργείο Παιδείας, ώστε να καταστεί δυνατόν να αναπτυχθεί ένας «Πολιτισμός Διασφάλισης της Ποιότητας» στον ακαδημαϊκό χώρο. Αξιολόγηση χωρίς υποστήριξη και συνεπή τήρηση συμφωνιών από όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές δεν μπορεί να λειτουργήσει και να αποδώσει.
Το όριο, το οποίο πρέπει αναµφιβόλως να τεθεί μεταξύ των αναγκαιοτήτων που προέρχονται από τις απαιτήσεις της αγοράς και του στοχαστικού και ακαδηµαϊκού χαρακτήρα της εκπαίδευσης, αποτελεί μια σοβαρή πρόκληση για όλους µας.
  
ΙΙΙ.   ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ – ΚΕΣ – ΙΔΙΩΤΙΚΑ ΚΟΛΛΕΓΙΑ - ΟΔΗΓΙΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ - ΠΤΥΧΙΑ
Διάκριση μεταξύ αντικειμένου κοινοτικής οδηγίας για την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων και ΚΕΣ.
Οδηγία για την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων: υποχρεώνει για την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων, που έχουν αποκτηθεί σε άλλες χώρες της ΕΕ. Δεν αφορά αναγνώριση ακαδημαϊκών τίτλων (που δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα της ΕΕ), αλλά επαγγελματικών προσόντων. Προϋποτίθεται πάντως ότι έχουν πράγματι αποκτηθεί επαγγελματικά προσόντα στην χώρα προέλευσης, τα οποία έχει υποχρέωση να αναγνωρίσει η χώρα υποδοχής, έχει όμως παράλληλα και τη δυνατότητα να επιβάλει αντισταθμιστικά μέτρα. Θα πρέπει να εξαντληθούν οι δυνατότητες που παρέχει η οδηγία και να θεσπισθούν αυστηρές προϋποθέσεις για την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων.
ΚΕΣ: εντάσσονται στο πλαίσιο της επαγγελματικής (ή άλλης ειδικής) εκπαίδευσης, η οποία μπορεί να παρέχεται σύμφωνα με το Σύνταγμα από σχολές ανώτερης βαθμίδας για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο από τρία χρόνια (Σ 16 §7). Οι σχολές αυτές διακρίνονται σαφώς από την ανώτατη εκπαίδευση (Σ 16 §5) και συνεπώς μπορούν να ιδρύονται και από ιδιώτες.
Τα παραπάνω δύο ζητήματα συνδέονται μόνο στις περιπτώσεις ΚΕΣ που λειτουργούν ως παραρτήματα ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, τα οποία απονέμουν τίτλους εκπαίδευσης που παρέχουν επαγγελματικά προσόντα. Εδώ απαιτείται η άμεση και αποτελεσματική επέμβαση της Πολιτείας – μέσω μηχανισμών ελεγχόμενων από το ΥΠΕΠΘ και όχι το Υπουργείο Εμπορίου!! – που θα ελέγξει, θα αξιολόγηση, θα   χαρακτηρίσει και κυρίως θα αποφασίσει ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος αυτών των  κέντρων στα πλαίσια της Ανώτερης Εκπαίδευσης και Κατάρτισης.
Είναι προφανές ότι η θέση για άμεσο κλείσιμο των ΚΕΣ στερείται κάθε πολιτικής και κοινωνικής υπευθυνότητας. Επίσης είναι προφανές ότι στην εποχή της κοινωνίας και της οικονομίας της γνώσης είναι απαραίτητη η ύπαρξη ενός ευέλικτου και καλά οργανωμένου συστήματος εκπαίδευσης και κατάρτισης σε πολλά επίπεδα (επαγγελματικής, ακαδημαϊκής: προπτυχιακής μαζικής και μη, μεταπτυχιακής, προδιδακτορικής, ερευνητικής, κ.λ.π.).
Λόγω της ιδιαίτερης σοβαρότητας του θέματος προτείνουμε τη συγκρότηση ΟΜΑΔΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, που θα ασχοληθεί προσεχτικά και συστηματικά με όλες τις παραμέτρους του θέματος. Αυτή η Ομάδα Εργασίας θα ασχοληθεί και με το θέμα της ισοτίμησης των 5 ετών πτυχίων με Master.

IV. ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ
Όλοι γνωρίζουμε τόσο τις μυστήριες και αμφιλεγόμενες αρχικές συνθήκες όσο και την παγκόσμια μοναδικότητα και ιδιαιτερότητα του θεσμού του δωρεάν συγγράμματος. Αναγνωρίζουμε το γεγονός ότι, το κρατικοδίαιτο δωρεάν σύγγραμμα βοήθησε σημαντικά στην εμφάνιση κάποιας σε ορισμένες περιπτώσεις ιδιαίτερα αξιόλογης επιστημονικής βιβλιογραφίας, είτε στη μορφή μεταφράσεων, είτε καθαυτό ελληνικής. Οι ρυθμίσεις που έγιναν με τον τελευταίο Νόμο δεν αλλάζουν ουσιαστικά την κατάσταση. Θεωρούμε όμως ως θετική τη ρύθμιση που αντικαθιστά το μοναδικό σύγγραμμα από τη λίστα συγγραμμάτων που προτείνει ο Τομέας, όπου βέβαια αυτό το μέτρο  αποκτήσει  πρακτική σημασία.
Η μόνη ακαδημαϊκά αποδεκτή λύση – και  ισχύουσα διεθνώς - είναι αυτή της δημιουργίας σύγχρονων Πανεπιστημιακών Βιβλιοθηκών ικανών να ανταποκριθούν στις ανάγκες των φοιτητών - προπτυχιακών και μεταπτυχιακών - για δανεισμό πολλαπλής βιβλιογραφίας αναφοράς ανά μάθημα.

V.    ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ – ΕΡΕΥΝΑ – ΚΕΝΤΡΑ ΑΡΙΣΤΕΙΑΣ 
Η οικονομική ενίσχυση από το ΕΠΕΑΕΚ των Μεταπτυχιακών και ιδιαίτερα των Διατμηματικών Μεταπτυχιακών Σπουδών οδήγησε στη δημιουργία και ανάπτυξη ενός μεγάλου αριθμού Μεταπτυχιακών Προγραμμάτων, που εξαντλεί όλο το φάσμα της ποιότητας και ακαδημαϊκότητας. Υπάρχει πλέον συσσωρευμένη αρκετή – αρνητική και θετική - εμπειρία στο Ελληνικό Πανεπιστημιακό Σύστημα πάνω στην οργάνωση και λειτουργία των Μεταπτυχιακών Σπουδών. Η εμπειρία αυτή επιβάλλει να γίνουν σημαντικές θεσμικές αλλαγές για την καλύτερη οργάνωση και εξορθολογισμό του συστήματος των Μεταπτυχιακών Σπουδών. Παράλληλα όμως απαιτείται η εξεύρεση εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης, ώστε να διασφαλίζεται ένα υψηλό επίπεδο διεθνώς ανταγωνιστικών Μεταπτυχιακών Σπουδών.
Αντίστοιχα, τις τελευταίες δεκαετίες έχουμε γίνει μάρτυρες  μιας ραγδαίας ανάπτυξης της ερευνητικής δραστηριότητας και παραγωγής τόσο στα Πανεπιστήμια όσο και στα Ερευνητικά ιδρύματα διεθνώς ανταγωνιστικής και με πολλές διακρίσεις. Αυτά αποτελούν μια πρωτόγνωρη πραγματικότητα για τον ελληνικό χώρο, μια πραγματικότητα η οποία συμβάλει τα μέγιστα  στην ενίσχυση της ακαδημαϊκότητας και της διεθνοποίησης του  πανεπιστημιακού συστήματος, με άλλα λόγια στην ωρίμανση του «ελληνικού ακαδημαϊκού πολιτισμού».  
Υπάρχουν δύο σχέδια Νόμου –  είναι αλήθεια σε πολλές μορφές – τα οποία εκτιμούμε ότι με τη σημερινή πολιτική συγκυρία δεν θα προχωρήσουν προς ψήφιση στο ορατό μέλλον, εκτός εάν έχουμε σημαντική ανατροπή του υπάρχοντος πολιτικού σκηνικού. Όμως τα δύο θέματα είναι ιδιαίτερα σημαντικά τόσο ως προς τον καθοριστικό ρόλο τους στη ζωή των ακαδημαϊκών μονάδων όσο και ως προς τα μεγάλα θεσμικά κενά που τα ίδια παρουσιάζουν.
Εκτιμούμε ότι, για να κατακτήσει μια διακριτή ταυτότητα το ελληνικό ακαδημαϊκό σύστημα, θα πρέπει σε ορισμένους προσεκτικά επιλεγμένους τομείς της επιστήμης και της τεχνολογίας  να αποκτήσει την πρωτοπορία σε διεθνές επίπεδο. Έτσι συγχρόνως, θα αποτελέσει ένα διακριτό πόλο έλξης για τον ευρύτερο περίγυρο. Η δημιουργία Κέντρων Εξαιρετικής Εκπαίδευσης (Κέντρων Αριστείας), ίσως σε πρώτη φάση στο επίπεδο των μεταπτυχιακών σπουδών, θα μπορούσε να απαντήσει σε ένα τέτοιο ζητούμενο.
Η θεσμική σύνδεση και ουσιαστική αξιοποίηση του Επιστημονικού Δυναμικού του Ελληνισμού της Διασποράς, των κοινοτήτων των Ελλήνων, ανά τον κόσμο, θεωρούμε ότι θα έπρεπε να αποτελεί μέλημα του Ελληνικού κράτους από πολλές δεκαετίες, ίσως από συστάσεώς του. Ειδικά σήμερα, που βιώνουμε την εποχή της πληροφορίας και των επικοινωνιών, κάτι τέτοιο είναι παραπάνω από αυτονόητο. Θεωρούμε ότι η καλά σχεδιασμένη συμβολή των Ελλήνων επιστημόνων της διασποράς σε όλο το φάσμα των δράσεων του Πανεπιστημιακού Συστήματος θα είχε πολύ θετικά αποτελέσματα και ικανοποιεί πολλαπλούς εθνικούς στόχους. Ειδικότερα στην ανάπτυξη και διεθνή ανταγωνιστικότητα των μεταπτυχιακών σπουδών ειδίκευσης και διδακτορικού καθώς και στη δημιουργία των Κέντρων Αριστείας, η παρουσία και ευέλικτη μεταχείριση αυτού του ανθρώπινου δυναμικού θεωρείται καθοριστικής σημασίας.
Τέλος θα πρέπει να αναδείξουμε το γεγονός ότι, η Ελλάδα αποτελεί ένα από τα ελάχιστα παγκοσμίως παραδείγματα χώρας, που διαχωρίζει τη διαχείριση της Έρευνας από αυτή της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Τα τελευταία χρόνια αρκετές χώρες που καλύπτουν όλο το αναπτυξιακό φάσμα έχουν προχωρήσει στην ενοποίηση της διαχείρισης αυτών των τομέων, με τη δημιουργία Υπουργείου Έρευνας και Ανώτατης Εκπαίδευσης. Αυτό είναι ένα από τα θέματα, που θα πρέπει να μας προβληματίσει στα πλαίσια ενός διαλόγου για τις βασικές θεσμικές αλλαγές, που χρειάζεται ο τόπος.

VI.   ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΩΝ
Ένα από πολλές πλευρές σοβαρό θέμα. Χρειάζεται όμως μια αντιμετώπιση που να ξεφεύγει από την πεπατημένη. Η όποια ανάπτυξή του θα πρέπει να γίνει σε όλες τις διαστάσεις και να προβάλει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του λειτουργήματος του Πανεπιστημιακού Δασκάλου. Η θέση του πανεπιστημιακού δασκάλου απαιτεί τα ελάχιστα και επιβάλλει τα μέγιστα. Τα αποτελέσματα αυτών των χαρακτηριστικών αποτυπώνονται σε κάθε μέλος ΔΕΠ κατά διαφορετικό τρόπο. Αυτή η διαφορετικότητα θα πρέπει να αποτυπώνεται θεσμοθετημένα και στη μισθολογική αντιστοίχηση. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να ορισθεί αυτή η απεικόνιση. Το μόνο ζητούμενο είναι η πολιτική βούληση της πολιτείας.
Είναι εύκολο να διολισθήσει κανείς σε μια καθαρά συντεχνιακή προσέγγιση και να αγνοήσει πολλές παραμέτρους και ιδιαιτερότητες. Το θέμα όμως αυτό, σε συνδυασμό με το ασφαλιστικό/συνταξιοδοτικό πρέπει να μπουν στην ατζέντα μας και να συζητηθούν. Προτάσεις που αφορούν την ενσωμάτωση των επιδομάτων στο βασικό μισθό καθώς και άλλες πρέπει να αναδειχθούν.
Η ιδιαίτερη σοβαρότητα του θέματος καθώς και η προσεκτική επιλογή διαδικασιών προβολής και διεκδίκησης των όποιων δίκαιων αιτημάτων μας προαπαιτούν αφενός την σαφή γνώση και τεκμηρίωση των θέσεων μας και αφετέρου την επίτευξη μιας ελάχιστης μεταξύ μας συνεννόησης και συναντίληψης.
Επίσης από τη στιγμή που ανήκουμε σε ένα μαζικό πλέον σώμα (με περίπου 10.000 μέλη) αναδεικνύέται πολύ πιο σοβαρά και το θέμα των παράπλευρων λειτουργιών και δράσεων, που αφορούν επαγγελματική μας ομάδα κάτω από την ομπρέλα μιας «Πανεπιστημιακής Λέσχης» με διευρυμένο ρόλο. Λειτουργίες οι οποίες συμβάλλουν τόσο στην ποσοτική όσο κυρίως στην ποιοτική βελτίωση της ζωής των μελών της ομάδας. Υπάρχουν πετυχημένα παραδείγματα τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς, τα οποία θα πρέπει να γνωρίσουμε και να μελετήσουμε.
Ένα άλλο σημαντικό θέμα είναι αυτό της ουσιαστικής οικονομικής ενίσχυσης της ερευνητικής δραστηριότητας των πανεπιστημιακών δασκάλων (πραγματική και όχι τυπική χρηματοδότηση της συμμετοχής σε συνέδρια, αφορολόγητο των ερευνητικών επιδομάτων,  κλπ)

Για το σκοπό αυτό προτείναμε τη δημιουργία μιας ΟΜΑΔΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ, που θα μελετήσει αυτό το θέμα μαζί και με το ευρύτερο θέμα των  εργασιακών σχέσεων μέσα στο Πανεπιστήμιο (Πλήρης ή μη, Αποκλειστική ή μη Απασχόληση, ΠΔ 407, Μεταδιδάκτορες, κ.λ.π.).
Πιστεύουμε δε ότι ανάλογα με τα αποτελέσματα της μελέτης, που θα γίνει στα πλαίσια αυτής της Ομάδας Εργασίας, θα πρέπει στη συνέχεια η Δ. Ε. να αποφασίσει και τους αντίστοιχους κατάλληλους τρόπους για προβολή και διεκδίκηση των αιτημάτων μας προς όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές.
Σπασμωδικές κινήσεις (π.χ. 24-ώρες ή 48–ώρες απεργίες και μάλιστα της γνωστής και κοινωνικά καταδικασμένης ανώδυνης και ανέξοδης μορφής) έρχονται σε αντίθεση με τη μεγάλη σοβαρότητα του θέματος και μειώνουν δραματικά την όποια ευρύτερη συναίνεση και υποστήριξη πρέπει, απαιτείται και μπορούμε να επιτύχουμε.

VII. ΣΥΜΒΑΣΙΟΥΧΟΙ ΤΟΥ ΠΔ 407/1980 - ΜΕΤΑΔΙΔΑΚΤΟΡΕΣ
Θεωρούμε ότι ο θεσμός των συμβασιούχων του ΠΔ 407/1980 από την αρχή της ύπαρξης του έχει προσφέρει πολλά στα Τμήματα, που επωφελούνται αλλά και στους συνήθως νέους ερευνητές, που καταλαμβάνουν τις θέσεις αυτής της κατηγορίας. Γι’ αυτό προτείνουμε τη συνέχιση αυτού του θεσμού με τη μετατροπή των θέσεων του ΠΔ 407/1980 σε θέσεις Μεταδιδακτόρων – με το ρόλο και το χαρακτήρα που διεθνώς έχουν αυτές οι θέσεις  - θα είναι προς όφελος  και των δύο πλευρών.
Όμως θα πρέπει να σταματήσει η στήριξη βασικών κατευθύνσεων διαφόρων Τμημάτων από διδάσκοντες συμβασιούχους του ΠΔ 407/1980. Τα βασικά αντικείμενα κάθε Τμήματος θα πρέπει το συντομότερο δυνατόν να εξυπηρετούνται από μέλη ΔΕΠ – σε αυτό το σημείο θεωρούμε, ότι σε αρκετές περιπτώσεις η ευθύνη βαρύνει και τις δύο πλευρές - Υπουργείο και Ιδρύματα.
Επίσης είναι απαράδεκτο - αλλά συχνότατα συναντώμενο - το χρόνιο φαινόμενο της ετεροχρονισμένης πληρωμής των Διδασκόντων του ΠΔ 407/1980. Η ευθύνη εδώ βαρύνει σε μεγάλο βαθμό το ΥΠΕΠΘ, το οποίο γνωρίζει ότι με τη διαδικασία που επιβάλλει στα Ιδρύματα είναι βέβαιο ότι οι διδάσκοντες θα πληρωθούν πολλούς μήνες αργότερα.

VIII. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ
Τα περιφερειακά πανεπιστήμια αντιμετωπίζουν πολλά και ιδιαίτερα προβλήματα, όπως η μεγάλη δυσαναλογία μεταξύ μόνιμου και επί συμβάσει διδακτικού προσωπικού, οι ιδιαίτερα αντίξοες και πολλές φορές οικονομικά ασύμφορες συνθήκες διαβίωσης, οι σημαντικές ελλείψεις υποδομών, η ανυπαρξία σε αρκετές περιπτώσεις ακαδημαϊκού περιβάλλοντος, κλπ.
Θεωρούμε ακόμα ότι θα πρέπει άμεσα να επανέλθει το ειδικό επίδομα,, που κατά ανεξήγητο και άδικο τρόπο κολικέ από τους συναδέλφους των περιφερικών Πανεπιστημίων, ως ελάχιστο δείγμα αναγνώρισης της υπεράνθρωπης προσπάθειας, που καταβάλλουν για να αναδείξουν – σε αρκετές περιπτώσεις το Ίδρυμα τους σε αξιοζήλευτο επίπεδο.
Τέλος, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στα Πανεπιστήμια που δεν έχουν ακόμα αυτοδιοικηθεί και ιδιαίτερα στην κατάσταση που επικρατεί στο ΕΑΠ (καθυστερήσεις στις διαδικασίες εκλογών και εξελίξεων, κλπ.).

ΙΧ.  ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΩΤΑΤΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Ουσιαστική συμμετοχή στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι  χωρίς αισθήματα μιζέριας και εξαρτησιακών συμπλεγμάτων. Θα πρέπει να γίνει προσπάθεια συμπόρευσης με την ευρύτερη ευρωπαϊκή εμπειρία, διατηρώντας συνάμα τα βασικά, ελπίζουμε και θετικά,  στοιχεία του ελληνικού χώρου. Επίσης, θα πρέπει να παρακολουθούμε τις εξελίξεις στα άλλα διεθνή φόρα και οργανισμούς, όπως ΟΟΣΑ, ΠΟΕ, ΟUNESKO, κλπ.

Χ. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Η πραγματοποίηση μιας σύγχρονης ριζοσπαστικής πολιτικής ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων είναι σίγουρο ότι θα προκαλέσει αντιδράσεις, έντονες αντιδράσεις. Πρώτα και κύρια από τις δυνάμεις της κάθε λογής ακραίας συντήρησης και του πανεπιστημιακού κατεστημένου.
Αποτελεί βαθιά πίστη μου ότι η μαζικοποίηση του πανεπιστημιακού κινήματος αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες και καθοριστικούς  συντελεστές για την ουσιαστική ανάπτυξη και αναβάθμιση του Ελληνικού Δημόσιου Πανεπιστήμιου. Χωρίς να παραβλέπει κανείς τη σημαντική συμβολή της – άτυπης έστω - Συνόδου των Πρυτάνεων στην προώθηση και ενίοτε επίλυση σημαντικών ζητημάτων των Πανεπιστημίων, θεωρώ ότι υπάρχουν διακριτοί ρόλοι για τα δύο Σώματα με ιδιαίτερα αυξημένες  τις εκατέρωθεν ευθύνες και αρμοδιότητες.  Οι παρενέργειες, που παρατηρούνται, οφείλονται στη μειωμένη παρουσία του συνδικαλιστικού φορέα συνδυαζόμενη με τις συχνά ακραία περιθωριακές, συντηρητικές και αναχρονιστικές θέσεις, που εκφράζονται από τις κυρίαρχες δυνάμεις της Ομοσπονδίας. Θέσεις, οι οποίες σε αρκετές περιπτώσεις συμπυκνώνονται είτε σε ένα «ηρωικό αλλά στείρο ΟΧΙ» ή σε συνθήματα αποδόμησης, των όποιων σοβαρών προσπαθειών γίνονται για την αναβάθμιση του δημόσιου ελληνικού πανεπιστημιακού συστήματος στα διεθνή ακαδημαϊκά πρότυπα.
Η κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο Πανεπιστημιακός συνδικαλισμός σήμερα είναι ιδιαίτερα απογοητευτική. Η συμμετοχή στις εκλογικές διαδικασίες δεν ξεπερνά σε εθνικό επίπεδο το 20% των μελών ΔΕΠ.  Επίσης είναι άξιο ιδιαίτερης προσοχής το γεγονός ότι στις κάθε είδους δραστηριότητες, ιδιαίτερα μάλιστα στα διάφορα συνδικαλιστικά όργανα – δεν παρατηρείται περίσσια των νεότερων συναδέλφων  αλλά και των συναδέλφων με έντονη παρουσία στις ερευνητικές και άλλες ακαδημαϊκές δραστηριότητες.
Οι κυρίαρχες δυνάμεις στους σημερινούς συσχετισμούς της Ομοσπονδίας δεν έχουν στους στόχους τους το θέμα της μαζικοποίησης του Πανεπιστημιακού Κινήματος.
 Η απώλεια ωρών από το ωρολόγιο πρόγραμμα αλλά και η γενικότερη αναστάτωση που χρόνια βιώνουμε δεν είναι αναπληρώσιμη με καμιά άλλη συμπληρωματική ενέργεια. Ένα δυναμικό και συγκροτημένο αγωνιστικό κίνημα μπορεί να βρίσκει εναλλακτικές λύσεις προβολής των αιτημάτων του και διεκδίκησης της επίλυσης τους. Η λύση της αποχής από τα εκπαιδευτικά καθήκοντα ή της «απεργίας» είναι η πλέον ανέξοδη για μας «επαναστατική πράξη», αλλά συγκροτεί μια κατάσταση ιδιαίτερα αρνητική για τη λειτουργία της ακαδημαϊκής κοινότητας.

XΙ. ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΑΕΙ:

(ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΒΙΑΣ – ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ – ΟΠΑ– ΑΠΘ – ΕΜΠ, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ,  ... ): 
Αποτελεί γενική διαπίστωση ότι υπάρχει σημαντικό έλλειμμα στην ποιότητα της Ακαδημαϊκής Ζωής μέσα στα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα της χώρας μας. Η οποιαδήποτε σύγκριση με τα αντίστοιχα ιδρύματα άλλων χωρών - τα οποία συχνά χρησιμοποιούμε ως πρότυπο μέτρο σύγκρισης στα ακαδημαϊκά πράγματα - μπορεί να μας βοηθήσει ουσιαστικά στο να εντοπίσουμε και στη συνέχεια να αναδείξουμε για προβληματισμό και αντιμετώπιση τα κεντρικά σημεία αυτού του ελλείμματος.
Γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες και σε μερικές περιπτώσεις ακούσιοι συμμέτοχοι απίστευτων γεγονότων και καταστάσεων που διαδραματίζονται μέσα στο ακαδημαϊκό περιβάλλον. Γεγονότα τα οποία είναι αδιανόητο να συμβούν τόσο στο ακαδημαϊκό περιβάλλον άλλων χωρών αλλά και σχεδόν σε κάθε άλλο τομέα της Ελληνικής κοινωνίας.  Είναι λυπηρό αλλά δυστυχώς η ατμόσφαιρα, που δημιουργούν μερικές φορές διάφορα γεγονότα μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους, συνειρμικά παραπέμπει σε καταστάσεις που διαδραματίζονται τα τελευταία χρόνια και δημοσιοποιήθηκαν τον τελευταίο καιρό σε κάποιους ορεινούς και ημιορεινούς όγκους της νησιωτικής χώρας μας στο νότο - και όχι μόνο!!!
Ιδιαίτερο προβληματισμό προκαλεί η στάση νέων(??)  ανθρώπων στην εφαρμογή της καθολικής ψηφοφορίας κατά την εκλογή των Οργάνων Διοίκησης σε διάφορα Ιδρύματα. Το μέτρο αυτό αποτελεί κατά κοινή ομολογία ένα από τα ελάχιστα θετικά σημεία του νέου Νόμου για τα Πανεπιστήμια. Αποτελεί επίσης κοινό τόπο ότι το προηγούμενο σύστημα της μέσω αντιπροσώπων εκλογής των οργάνων είχε έντονα τα στοιχεία της αντιδημοκρατικότητας, της συναλλαγής και των εξωπανεπιστημιακών «κομματικών» παρεμβάσεων. Κατ’ επανάληψη δε είχε οδηγήσει σε πολλαπλά ιδιόμορφες και εκφυλιστικές στρεβλώσεις το Ακαδημαϊκό Σύστημα με ευθύνη μελών όλων των πλευρών.
Απερίφραστα καταδικάζουμε και στιγματίζουμε τόσο τη στάση μικρής ομάδας φοιτητών, που παρεμποδίζει με βίαιο τρόπο την άσκηση των  δημοκρατικών διαδικασιών - ιδιαίτερα δε μέσα σε Πανεπιστημιακούς χώρους - όσο και τη θέση στήριξης, που άμεσα ή έμμεσα τους προσφέρει η πλειοψηφία της Ηγεσίας της ΠΟΣΔΕΠ (Συσπείρωση – ΔΗΠΑΚ). Με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζουμε άλλα ανάλογα γεγονότα, που συμβαίνουν σε πολλά Ιδρύματα και αφορούν τη βίαιη παρεμπόδιση λήψεις ή εκτέλεσης αποφάσεων από κυρίαρχα ακαδημαϊκά όργανα.
Τέλος, καλούμε τη σημερινή Ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ να πάψει να κρύβεται και να πάρει επιτέλους θέση – όχι υποχρεωτικά καταδικαστική αλλά σίγουρα υπεύθυνη και ξεκάθαρη – σε αυτά τα από μακρού χρόνου συμβαίνοντα μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους εκφυλιστικά, αντιακαδημαϊκά φαινόμενα βίας και εγκληματικής συναλλαγής. Φαινόμενα που υποβαθμίζουν, υλικά και λειτουργικά, την Ακαδημαϊκή ζωή, και αποσυνθέτουν και καταστρέφουν το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ. Μας δημιουργεί πολλά ερωτηματικά η μόνιμη σιωπή που επιδεικνύει  η - κατά τα άλλα λαλίστατη - Ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ  σε όλα αυτά  τα όλο και συχνότερα συμβαίνοντα - γεγονότα βίας, κλοπών, καταστροφών, προπηλακισμών Φοιτητών και Καθηγητών, διάλυσης και/ή απαγόρευσης σύγκλησης δημοκρατικά και ακαδημαϊκά συγκροτημένων οργάνων.  Τη στιγμή μάλιστα, που όλα αυτά συμβαίνουν από ελάχιστες μειοψηφίες μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας και σε κάποιες περιπτώσεις με τη στήριξη κάποιων μυστήριας και αμφιλεγόμενης προέλευσης εξωπανεπιστημιακών στοιχείων και «παραγόντων».
Οι παραπάνω διαπιστώσεις θα πρέπει να αποτελέσουν θέμα προς προβληματισμό σε όλες τις Περιφερειακές Συνδιασκέψεις καθώς και στο 1ο Συνέδριο της ΚΙΝΗΣΗΣ.
   
XΙΙ. ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ - ΣΤΑΣΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
 Είναι γεγονός ότι η Πανεπιστημιακή κοινότητα είναι έντονα αντίθετη σε μορφές κινητοποιήσεων, οι οποίες θα δημιουργήσουν αναταραχή και θα τείνουν να επαναφέρουν σε κάποια μορφή και ένταση τις εμπειρίες των 2 προηγουμένων ετών.  Από την άλλη πλευρά εκτιμάται ότι η πίεση θα γίνει πιο έντονη το επόμενο χρονικό διάστημα – συνυπολογίζοντας και τις ευρύτερες πολιτικοκοινωνικές εξελίξεις – για δράση εναντίον της κυβερνητικής πολιτικής τόσο στο χώρο της Παιδείας όσο και στο υπόλοιπο φάσμα των κοινωνικών διεκδικήσεων. Εδώ θα πρέπει να γίνει προσπάθεια ώστε οι όποιες μορφές δράσης επιλεγούν να πραγματοποιούνται με τις ελάχιστες απώλειες σε εκπαιδευτικές και λοιπές ακαδημαϊκές διαδικασίες στο εσωτερικό των ΑΕΙ.
Επίσης θα πρέπει να επινοήσουμε και άλλους τρόπους για την αντίδραση και προβολή των αιτημάτων μας - πράγμα που αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα κάθε δυναμικού και πρωτοπόρου κινήματος.
Ενέργειες όπως αυτές της συγκρότησης Ομάδων Εργασίας, διοργάνωσης Θεματικών Ημερίδων ή τέλος Θεματικών Συνεδρίων θεωρούμε ότι βοηθούν στη μελέτη και κατανόηση των προβλημάτων συνάμα δε και στην προβολή θέσεων στους αρμόδιους φορείς και την κοινωνία ευρύτερα.


ΣΧΕΔΙΟ ΔΡΑΣΗΣ ΜΕΧΡΙ ΤΟ

1ο ΤΑΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ & ΤΟ 9ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΠΟΣΔΕΠ

Το Σχέδιο Δράσης που αποφασίστηκε μέχρι το 9ο Συνέδριο της ΠΟΣΔΕΠ (περίπου Δεκέμβριος 2008) έχει τα ακόλουθα βασικά σημεία:
· Συγκρότηση 11-μελούς Εκτελεστικής Γραμματείας από τα Πανεπιστήμια: ΕΚΠΑ, ΕΜΠ, ΑΠΘ, ΔΠΘ, Παν. Πειραιά, Παν. Πάτρας, Παν. Κρήτης, Ιόνιο Παν., Παν Αιγαίου,  Παν Πελοποννήσου, ΕΑΠ. Η Εκτελεστική Γραμματεία αναλαμβάνει το συντονισμό των δράσεων της Κίνησης και προετοιμάζει τις εισηγήσεις προς την Διοικούσα Επιτροπή, η οποία αποφασίζει για τα κεντρικά θέματα μέχρι το 1Ο Τακτικό Συνέδριο.
· Περιφερειακές Συνδιασκέψεις την Άνοιξη, το Καλοκαίρι και το Φθινόπωρο του 2008: οι Συνδιασκέψεις θα πρέπει να αποτελέσουν ένα σημαντικό κεντρικής σημασίας ανοικτό μαζικό γεγονός όχι μόνο για τα μέλη ΔΕΠ αλλά ευρύτερα για την Πανεπιστημιακή κοινότητα και την τοπική κοινωνία. Πράγμα που απαιτεί – εκτός των άλλων - την έγκαιρη και σωστή χρήση των τοπικών έντυπων και ηλεκτρονικών μέσων. Για να γίνει αυτό θα πρέπει να γίνει με μεγάλη προσοχή η επιλογή τόσο της τελικής ατζέντας όσο και των ομιλητών.
· το 1ο ΤΑΚΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ της ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ στην ΑΘΗΝΑ, το οποίο τοποθετείται χρονικά τον Οκτώβριο ή Νοέμβριο του 2008.
· Επανασχεδιασμός της Κεντρικής Ιστοσελίδας της ΚΙΝΗΣΗΣ και του τρόπου Δημοσιοποίησης των Θέσεών μας καθώς και της μεταξύ μας Επικοινωνίας.